
Η ποίηση αποτελεί φυσικό γιατρικό και μπορεί κανείς να το αισθανθεί καθώς ανακαλύπτει τη θεραπευτική της ιδιότητα μέσα από την έκφραση της ίδιας της φωνής του.
Οι ειδικοί ψυχικής υγείας (ψυχίατροι, ψυχολόγοι, ψυχοθεραπευτές) καθώς και οι συγγραφείς είναι σε θέση να αντιληφθούν ίσως καλύτερα από τον καθένα τη θεραπευτική δύναμη της δημιουργικής γραφής. Επιπλέον, στην πορεία της ιστορίας δεν είναι λίγοι οι γιατροί που ασχολούνταν παράλληλα με τη δημιουργική γραφή, ανάμεσα σ’ αυτούς και οι φημισμένοι Anton Chekhov, Mikhail Bulgakov και Sir Arthur Conan Doyle Bulgakov. Ο γιατρός William Carlos Williams επίσης έγραφε ποιήματα στα μικρά διαλείμματα ανάμεσα στα ραντεβού των ασθενών του ώστε να βάζει σε λόγια την αγωνία και τον ενθουσιασμό που βίωνε κατά τη διάρκεια της δουλειάς του. Λέγεται μάλιστα ότι έγραφε στίχους επάνω στα ιατρικά συνταγολόγια που κουβαλούσε στην τσέπη του. Ακόμη, στη σύγχρονη εποχή υπάρχουν γιατροί και θεραπευτές που συνταγογραφούν ποίηση στους φοιτητές και στους ασθενείς τους όπως για παράδειγμα ο βραβευμένος συγγραφέας Rafael Campo που ως γιατρός πρωτοβάθμιας φροντίδας κουράρει ασθενείς με HIV και AIDS και θεωρεί την ποίηση σημαντική πηγή θεραπείας.
Έχω την χαρά να προέρχομαι από τον τομέα της υγείας ως επαγγελματίας ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια και ταυτόχρονα να ασχολούμαι με τη δημιουργική γραφή στον ελεύθερο χρόνο μου. Επομένως γράφω αυτό το άρθρο και με τις δύο μου ιδιότητες, ως ειδικός ψυχικής υγείας αλλά και ως ερασιτέχνης συγγραφέας. Ως ειδικός χρησιμοποιώ συχνά ασκήσεις γραφής στη θεραπεία και στη συνέχεια αυτού του κειμένου θα μιλήσω για την επαγγελματική μου εμπειρία. Από προσωπική εμπειρία θεωρώ την ποίηση ασφαλή τόπο και θα τολμούσα ακόμη να τη χαρακτηρίσω ως «ένα χώρο ενσυναίσθησης που μαρτυράει την ανθρωπιά ως κοινό χαρακτηριστικό ανάμεσα μας», ή ακόμη ως «ένα άσυλο μέσα στο οποίο μπορούμε να κοιτάξουμε ο ένας τον άλλο με κατανόηση και συμπόνια».
Βέβαια δεν είναι απαραίτητο να είναι κανείς γιατρός της ψυχής ή επαγγελματίας συγγραφέας για να μπορεί να αναγνωρίσει ή και να χαρεί τις ευεργετικές συνέπειες της ποίησης. Αρκετοί άνθρωποι διαθέτουν μια διαισθητική ικανότητα να συλλαμβάνουν τον αντίκτυπο που φέρει η έκφραση της φωνής μέσα από στίχους των οποίων η αρχιτεκτονική τοποθέτηση φτιάχνει το οικοδόμημα της ποίησης. Όλοι έχουμε βιώσει την ανακούφιση συγκεκριμένων καταπραϋντικών λέξεων ή στίχων. Ένα παράδειγμα στο απόσπασμα που ακολουθεί από το ποίημα, «Στη Σ.Χ.», της Μάτσης Χατζηλαζάρου:
Λες κι ήτανε χθες βράδυ ακρογιάλι το σώμα μου
τα χέρια σου δύο μικρά τρυφερά καβούρια.
Την πιο ηδονική αφή την έχει το σταφύλι το πρωί,
σαν είναι δροσερό και σκεπασμένο με κείνη την άχνη
τη λεπτή. Πιάνω την κοιλιά σου , με τα τρία μου δάχτυλα,
και μου γεννιέται πάλι η εικόνα της δροσιάς του αμπελιού.
Η χρήση των λέξεων φτιάχνει όμορφες εικόνες, «ακρογιάλι το σώμα μου», και δημιουργεί αισθήσεις φρεσκάδας, «της δροσιάς του αμπελιού», και χαδιού, «τα χέρια σου δυο μικρά τρυφερά καβούρια».
Θα μπορούσαμε επίσης να παρομοιάσουμε την ποίηση με το γραπτής μορφής στιγμιότυπο προσωπικών βιωμάτων γραμμένο από μέσα προς τα έξω:
Ελαιώνες κι αμπέλια μακριά ως τη θάλασσα
Κόκκινες ψαρόβαρκες πιο μακριά ως τη θύμηση
Έλυτρα χρυσά του Αυγούστου στον μεσημεριάτικο ύπνο
Με φύκια ή όστρακα. Κι εκείνο το σκάφος
Φρεσκοβγαλμένο, πράσινο, που διαβάζει ακόμη στην ειρήνη
του κόλπου των νερών Έχει ο Θεός
Περάσανε τα χρόνια φύλλα ή βότσαλα
Θυμάμαι τα παιδόπουλα, τους ναύτες που έφευγαν
Βάφοντας τα πανιά σαν την καρδιά τους
Τραγουδούσαν τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα
Κι είχαν ζωγραφιστούς βοριάδες μες στα στήθια.
Στο πιο πάνω απόσπασμα από το ποίημα «Ηλικία της γλαυκής θύμησης» ο Οδυσσέας Ελύτης περιγράφει προσωπικά βιώματα που διαμόρφωσαν τη νησιωτική του συνείδηση και του καλλιέργησαν βαθιούς ψυχικούς δεσμούς με τη θάλασσα και το φως του Αιγαίου. Τα βιώματα αυτά ο ποιητής τα εκφράζει περίτεχνα μέσα από τον υπερρεαλισμό, δημιουργώντας μια ιδιαίτερη ποιητική γλώσσα, εμπλουτισμένη με αρκετές λυρικές εικόνες.
Οι άνθρωποι τείνουν να στρέφονται στην ποίηση σε περιόδους σφοδρών εξελίξεων. Μπορεί κανείς να παρακινηθεί να γράψει ένα ποίημα επειδή θα αισθανθεί μεγάλη λύτρωση και μόνο όταν καταφέρνει να βρει τις λέξεις για να αρθρώσει μια εμπειρία που υπήρξε για εκείνον τραυματική. Αυτό συμβαίνει επειδή η ποίηση είναι ένα είδος γραφής στο οποίο υπάρχει η ευχέρεια να επενδυθούν τα συναισθήματα, οι εικόνες και οι ιδέες με γλώσσα συνοπτική, ζωντανή και έντονη. Μιλώντας από προσωπική εμπειρία, η συγγραφή στίχων με βοήθησε να επιβιώσω μια τραυματική περίοδο κατά την εφηβεία μου όπου δέχθηκα επιθετικότητα και έχθρα από συνομηλίκους. Θυμάμαι ότι εκείνη την εποχή βίωνα αρκετή κατάθλιψη και είχα απομονωθεί από όλους ακόμη και από μέλη της οικογένειας μου γιατί δεν άντεχα την επιπλέον επιβάρυνση και της δικής τους ανησυχίας για το άτομο μου. Είχα τότε βρει λύτρωση στη συγγραφή στίχων και ποιημάτων όπου μπορούσα με ασφάλεια να εκφράζω και να επεξεργάζομαι τα αρνητικά μου συναισθήματα, το θυμό, την πικρία και την απογοήτευσή μου με τρόπο λακωνικό.
Όταν ξεκίνησα να γράφω ήμουν μόνο δεκατεσσάρων ετών. Δεν υπήρχε συγκεκριμένη δομή ή τεχνική στη γραφή μου ούτε και σκόπευα να κάνω κάτι με τα ποιήματα που έγραφα. Πρόθεση μου ήταν απλά να βοηθήσω τον εαυτό μου. Χωρίς να το καταλάβω έκανα αυτοθεραπεία μέσα από τη δημιουργική γραφή. Ήταν φοβερά δύσκολο να επενδύσω χρόνο στο να μιλήσω σε κάποιον για κάτι που με πλήγωνε τόσο βαθιά αλλά μονάχη με ένα σημειωματάριο κλεισμένη στο μπάνιο του σπιτιού μου μπορούσα να γράφω ανενόχλητη και μάλιστα κάνοντας οικονομία στις λέξεις. Επέστρεφα στο σχολείο με ανανεωμένες δυνάμεις για να βγάλω άλλη μια δύσκολη μέρα. Μέχρι στιγμής έχω εκδώσει μόνο πεζογραφία και ακόμη και σήμερα την ποίηση τη χρησιμοποιώ ως προσωπική ψυχοθεραπεία (το πρώτο ποίημα μου που θα δει το φως της έκδοσης συμπεριλαμβάνεται σε αυτό το άρθρο και ακολουθεί στη συνέχεια).
Η ποίηση ως μέσο έκφρασης
Η ποίηση είναι μια διαφορετική θέαση του κόσμου γι’ αυτό και χρειάζεται μια άλλη γλώσσα έκφρασης, την ποιητική γλώσσα, αυτό που ονομάζουμε ποιητική αδεία, γλώσσα ελευθερίας και υπερβάσεων. Αυτό και μόνο το γεγονός απελευθερώνει, λυτρώνει το συγγραφέα αφού του παρέχει τη δυνατότητα άπλετης ελευθερίας στην έκφραση. Ο Κωνσταντίνος Καβάφης για παράδειγμα διάλεξε τον τύπο “επέστρεφε” αντί το γραμματικά ορθό «επίστρεφε» της προστακτικής του ρήματος επιστρέφω, καθαρά για ένα καλύτερο αισθητικό αποτέλεσμα των στίχων του:
Επέστρεφε
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με,
αγαπημένη αίσθησις επέστρεφε και παίρνε με –
όταν ξυπνά του σώματος η μνήμη,
κ’ επιθυμία παληά ξαναπερνά στο αίμα·
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται,
κ’ αισθάνονται τα χέρια σαν ν’ αγγίζουν πάλι.
Επέστρεφε συχνά και παίρνε με την νύχτα,
όταν τα χείλη και το δέρμα ενθυμούνται…
Όταν γράφουμε ποίηση, αν και τις περισσότερες φορές ασυνείδητα, είναι σαν να κάνουμε ταυτόχρονα κάποιο είδος θεραπείας ή σαν να περνάμε από κάποια μεταμόρφωση κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η ποίηση αντανακλά τη φωνή της ψυχής. Η συγγραφή ποίησης είναι επίσης ένας τρόπος για να καλλιεργήσουμε την ενσυνειδητότητα μας αποκτώντας περισσότερη επίγνωση καθώς όταν γράφουμε ένα ποίημα, έχουμε την ευκαιρία να απελευθερώσουμε το ασυνείδητο μυαλό μας. Η ποίηση δίνει στην ουσία μια άλλη μορφή στα συναισθήματα και στις σκέψεις μας και η εκτόνωση τους μπορεί να μας γαληνέψει και να μας πάει εκεί όπου το συνειδητό μυαλό κάνει διακοπές έστω και για λίγο. Η συγγραφή ποίησης είναι μια εκπληκτική ευκαιρία για χαλάρωση και αυτοέκφραση κυρίως σε μια εποχή που συχνά μας χρειάζεται περισσότερο.
Η δημιουργική γραφή είναι ένα μέσο για να έρθουμε σε επαφή με την αυθεντική φωνή μας και αυτό οδηγεί αναπόφευκτα σε μεγαλύτερη αυτογνωσία. Μας φέρνει σε περισσότερη επαφή με το εδώ και τώρα, αυξάνοντας την ικανότητα μας να συνειδητοποιήσουμε τι αισθανόμαστε, τι βλέπουμε και γενικότερα τι βιώνουμε ανα πάσα στιγμή. Σύμφωνα με τον Robert Carroll ψυχίατρο του UCLA και πιστοποιημένο θεραπευτή ποίησης, «oι φωνές μας, είτε γραπτές είτε προφορικές, είναι ενσαρκώσεις του εαυτού μας. Σε περιόδους ακρότητας λαχταρούμε να βρούμε λέξεις ή να ακούσουμε μια άλλη ανθρώπινη φωνή που μας ενημερώνει ότι δεν είμαστε μόνοι.»
Μεγάλη εντύπωση μου έκανε η κίνηση ενός θεραπευόμενου μου που μου είχε αναφέρει ότι τύπωσε και καρφίτσωσε σε περίοπτη θέση στο γραφείο του ένα ποίημα μου που βρήκε στο διαδίκτυο γιατί όπως είπε ένιωθε ότι περιέγραφε το δικό του βίωμα τη δεδομένη στιγμή:
Ο πόθος
Λιμάρεις τον εαυτό σου.
Κάθε μέρα όλο και πιο λίγος εαυτός
τόσος όσος αρκεί για μια συνομιλία
τόσος όσος για να χωράς
σε μικρές συζητήσεις, σε μικρά αυτιά.
Περισσεύεις για τα μέτρα τους.
Κάθε μέρα παίρνεις τη λίμα
μικραίνεις το πνεύμα σου, τις ιδέες σου.
Όσο δεν περισσεύεις
δεν σε κοιτάνε περίεργα.
Με το φως των αστεριών
ψάχνεις όσα πέταξες, όσα απαρνήθηκες.
Κάθε βράδυ όλο και πιο μεγάλος
μέσα σου ο πόθος.
(Άνθια Χριστοδούλου Θεοφίλου)
Ο ίδιος πελάτης έγραφε ποίηση και όπως εξήγησε την χρησιμοποιούσε ως μέσο έκφρασης γιατί τον βοηθούσε να βάλει σε λέξεις αυτό που τον απασχολούσε μια ορισμένη στιγμή και κυρίως να το διαχειριστεί καλύτερα. Έπειτα η ποίηση ήταν όπως έλεγε «μια καλή συντροφιά» και τον βοηθούσε να αντιμετωπίσει την μοναξιά που ένιωθε.
Διαβάζοντας ποίηση
Είναι γεγονός ότι η ποίηση μπορεί να αποτελεί μέσο ή να μας δίνει τρόπους για να μιλήσουμε για θέματα που υπό άλλες συνθήκες δεν θα συζητούσαμε. Είναι πολλά εξάλλου τα θέματα που ακόμη και σήμερα θεωρούνται ταμπού. Ένα παράδειγμα είναι ο θάνατος, όλοι γνωρίζουμε ότι κάποια στιγμή θα πεθάνουμε, ότι είμαστε ευάλωτοι κι αδύναμοι μπροστά σε μεγάλες συμφορές που μπορεί να απειλήσουν την υγεία ή την ζωή μας αλλά σχεδόν ποτέ δεν μιλάμε ανοικτά για αυτά τα ενδεχόμενα.
Οι άνθρωποι δεν είναι πάντα έτοιμοι να μιλήσουν συνειδητά για κάτι που τους ταλαιπωρεί, είτε σε κάποιο φιλικό άτομο είτε και σ’ έναν ειδικό τον οποίο θα πρέπει να επισκεφθούν οικειοθελώς για να λύσουν ένα σοβαρό πρόβλημα, να θεραπεύσουν ένα τραύμα ή να κοιτάξουν κατάματα μια υπαρξιακή ανησυχία. Το διάβασμα ποίησης όμως το κάνει πολύ πιο εύκολο. Αυτό συμβαίνει επειδή ο εγκέφαλος μας είναι πολύ προσαρμοσμένος στην ομοιοκαταληξία και στον ρυθμό, και αυτά τα στοιχεία εντείνουν τις συναισθηματικές μας αντιδράσεις στην ποίηση, είτε είναι χαρά είτε λύπη. Έτσι όπως η μουσική, η ποίηση μπορεί να μας προκαλέσει ρίγος, δημιουργώντας κυριολεκτικά ανατριχίλες στο διάβασμα μιας καλής στροφής ποιήματος. Σε ψυχικά τραυματικές περιόδου, τα γλωσσικά μας κέντρα ενδέχεται να είναι αποσυνδεδεμένα, καθιστώντας το δύσκολο να εκφραζόμαστε πλήρως. Η ανάγνωση ή η ακρόαση ποίησης όμως καταφέρνει μέσα από τη χρήση μεταφοράς να ενεργοποιήσει ένα διαφορετικό μέρος του εγκεφάλου μας βοηθώντας μας να βρούμε τη φωνή μας για άλλη μια φορά. Γι’ αυτό και θα μας ήταν ίσως πιο εύκολο να επεξεργαστούμε το φόβο του θανάτου και τα συναισθήματα απαισιοδοξίας και θλίψης για τη ζωή που περνά με τόσο γρήγορους ρυθμούς μέσα από το ποίημα του Κωνσταντίνου Καβάφη «Κεριά»:
Του μέλλοντος η μέρες στέκοντ’ εμπροστά μας
σα μια σειρά κεράκια αναμένα —
χρυσά, ζεστά, και ζωηρά κεράκια.
Η περασμένες μέρες πίσω μένουν,
μια θλιβερή γραμμή κεριών σβυσμένων·
τα πιο κοντά βγάζουν καπνόν ακόμη,
κρύα κεριά, λυωμένα, και κυρτά.
Δεν θέλω να τα βλέπω· με λυπεί η μορφή των,
και με λυπεί το πρώτο φως των να θυμούμαι.
Εμπρός κυττάζω τ’ αναμένα μου κεριά.
Δεν θέλω να γυρίσω να μη διω και φρίξω
τί γρήγορα που η σκοτεινή γραμμή μακραίνει,
τί γρήγορα που τα σβυστά κεριά πληθαίνουν.
Στοιχεία από έρευνες για την ποίηση ως θεραπευτικό μέσο
Η ποίηση μπορεί να προσφέρει ανακούφιση και να βελτιώσει τη διάθεση σε περιόδους έντονου άγχους, τραυματικών εμπειριών και θλίψης. Η δυνατότητα να φτιάχνουμε ισχυρούς συνδυασμούς λέξεων, μεταφοράς και μέτρου μας βοηθάει να εκφραστούμε καλύτερα, να κατανοήσουμε τον κόσμο και τη θέση μας μέσα σε αυτόν. Στοιχεία από διάφορες έρευνες αποκαλύπτουν ότι η συγγραφή ή το διάβασμα ποίησης μπορεί να είναι θεραπευτική τόσο για ασθενείς που αντιμετωπίζουν δύσκολες αρρώστιες ή αντιξοότητες όσο και για τους φροντιστές τους. Επίσης μια πρόσφατη μελέτη, του 2021, σε νοσηλευόμενα παιδιά έδειξε ότι η παροχή ευκαιριών για να διαβάσουν ή να γράψουν ποίηση μείωσε την ανησυχία, τον φόβο, την θλίψη, τον θυμό και την κούραση τους. Άλλες μελέτες διαπίστωσαν ότι η ποίηση με πιστοποιημένο θεραπευτή βοήθησε τους καρκινοπαθείς ασθενείς να βελτιώσουν την συναισθηματική ανθεκτικότητά τους, να ανακουφίσουν το άγχος τους και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους.
Μια συστηματική ανασκόπηση που δημοσιεύτηκε το 2019 διαπίστωσε ότι η ποίηση μπορεί να βοηθήσει τους εργαζόμενους στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης να καταπολεμήσουν την επαγγελματική εξουθένωση και να αυξήσουν την ενσυναίσθηση για τους ασθενείς, δίνοντας έτσι στους επαγγελματίες της πρώτης γραμμής τη δυνατότητα να στραφούν σ’ ένα άλλο εργαλείο βασισμένο στις τέχνες κατά τη διάρκεια της πανδημίας και όχι μόνο.
Όλα τα πιο πάνω αποτελέσματα είναι εξαιρετικά ενθαρρυντικά. Αν έχουμε πληγές να θεραπεύσουμε (προσωπικά θεωρώ ότι σε κάποιο βαθμό όλοι έχουμε μέσα μας κάτι που απαιτεί προσοχή και χρόνο για ίαση) και αν δεν αισθανόμαστε έτοιμοι να το δούμε με κάποιο ειδικό μπορούμε άνετα να στραφούμε σε κάποια μορφή τέχνης που επιτρέπει την ελεύθερη έκφραση και προωθεί την εσωτερική επεξεργασία. Και γιατί όχι στην ποίηση, προσθέτοντας μια δόση στην καθημερινότητα μας, είτε διαβάζοντας είτε συγγράφοντας ποιήματα; Κατά την ποιήτρια Adrienne Rich, «…τα λόγια είναι σκοποί./Τα λόγια είναι χάρτες.» Τα λόγια όμως δεν έρχονται τόσο εύκολα όταν είμαστε σε φάση αποθεραπείας. Μπορεί να αισθανθούμε ότι δεν βρίσκουμε τις κατάλληλες λέξεις για να εκφράσουμε με ακρίβεια ένα προσωπικό βίωμα και καμιά φορά μπορεί να μην υπάρχουν κιόλας λέξεις που να ταιριάζουν εντελώς σ’ αυτό που θέλουμε να περιγράψουμε.
Η εμπειρία μου ως ειδικός ψυχικής υγείας
Ως επαγγελματίας ψυχολόγος και ψυχοθεραπεύτρια έχω διαπιστώσει ότι ακόμη κι όταν καθοδηγήσεις τον θεραπευόμενο να χρησιμοποιήσει λέξεις που περιγράφουν συναισθήματα για να εκφράσει μια τραυματική εμπειρία (π.χ., «λυπημένος», «θυμωμένη», «τρομαγμένος», «αναστατωμένη», «αγανάκτηση», «απογοήτευση» κλπ), τις περισσότερες φορές αυτό δεν είναι αρκετό και ο θεραπευόμενος αισθάνεται ότι καμιά λέξη δεν ταιριάζει απόλυτα ή δεν έχει ακριβώς το νόημα που προσπαθεί να εκφράσει. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα συναισθήματα και οι αισθήσεις που δημιουργεί ένα τραύμα είναι πολύ μεγάλα και έντονα φορτισμένα που δεν είναι δυνατό να τα αποδώσει κανείς με μια συγκεκριμένη λέξη. Κι ακόμη κι αν χρησιμοποιήσει ένα κοκτέιλ λέξεων που αφορούν συναισθήματα, π.χ., «θλίψη», «θυμό», «τρόμο», «οργή», οι λέξεις που περιγράφουν συναισθήματα μπορεί να μοιάζουν πολύ μικρές ή νωθρές για να μεταφέρουν το βίωμα ενός τραύματος.
Όπως έχω αναφέρει πιο πάνω, έχω δοκιμάσει να ενσωματώσω τη δημιουργική γραφή σε ορισμένες θεραπευτικές ασκήσεις και όχι μόνο για πελάτες που δυσκολεύονται να εκφραστούν προφορικά. Μπορεί για παράδειγμα σε μια θεραπευτική συνεδρία να ζητήσω από κάποιο πελάτη να φτιάξει μια ιστορία ή ένα παραμύθι ή στίχους μέσα από τα οποία να αφηγείται σημαντικά γεγονότα της ζωής του που τον έχουν επηρεάσει είτε αρνητικά είτε θετικά. Κάποια στιγμή μπορεί επίσης να εισηγηθώ σε κάποιο πελάτη να συντάξει μια επιστολή που να την απευθύνει σε ένα κομμάτι του εαυτού του που τον δυσκολεύει ή σε ένα πρόσωπο της ζωής του με το οποίο η επικοινωνία υποφέρει τη δεδομένη στιγμή.
Από προσωπική παρατήρηση έχω διαπιστώσει ότι η δημιουργική γραφή πράγματι βοηθά στην ενίσχυση της έκφρασης και στην αύξηση της αυτογνωσίας, μέσα από την αφύπνιση, και την καλύτερη επεξεργασία των αρνητικών βιωμάτων. Άλλωστε η χρήση της γραφής δεν είναι κάτι καινούριο στη θεραπεία. Εδώ και χρόνια, οι επαγγελματίες θεραπευτές χρησιμοποιούσαν αρχεία καταγραφής, ερωτηματολόγια, ημερολόγια και άλλες φόρμες γραφής για να βοηθήσουν τους πελάτες τους να απαλλαχθούν από το στρες και να θεραπευτούν από ψυχικά τραύματα. Άλλωστε οι άνθρωποι ενισχύονται και μόνο από το γεγονός ότι η γραφή τους δίνει τη δυνατότητα να αναλάβουν τα ηνία και ν’ αφηγηθούν οι ίδιοι την ιστορία τους και αυτό είναι από μόνο του θεραπευτικό.
Επίλογος
Οι άνθρωποι μπορεί να δυσκολεύονται να βρουν τις λέξεις για να εκφράσουν απόλυτα ένα προσωπικό βίωμα ή τραυματικό γεγονός. Η ποίηση όμως δεν είναι απλά λέξεις. Ένα ποίημα είναι μια δέσμη ή δέσμες επιλεγμένων λέξεων που σαν χορδές φτιάχνουν μια μελωδία, συνθέτουν ένα νόημα πολύ μεγαλύτερο, βαθύτερο από τις ίδιες τις λέξεις που έχουν επιλεχθεί. Η ποίηση είναι αυτό που θα λέγαμε μια άλλη γλώσσα, η δική της γλώσσα, η γλώσσα της ποίησης ή μια μεταγλώσσα!
Ο ποιητής μπορεί να παίρνει τα εύσημα για το ποίημα που δημιούργησε και το οποίο του ανήκει παρόλα αυτά ο καθένας μπορεί να «δανειστεί» στροφές ή στίχους από ένα ποίημα μέχρι να μπορέσει να εκφραστεί με λόγια δικά του. Έπειτα, βρίσκει κανείς παρέα στο περιεχόμενο ενός ποιήματος ειδικά σε μια εποχή όπου οι περισσότεροι έχουμε βιώσει την απομόνωση για διάφορους λόγους εκτός από την πανδημία που ταλανίζει την ανθρωπότητα τον τελευταίο καιρό. Το να καθίσουμε μαζί με το βίωμα μιας άλλης ψυχής μας επιτρέπει να είμαστε όχι μόνο παρόντες για τον εαυτό μας αλλά ίσως και για τα βιώματα άλλων ανθρώπων και τώρα και στο μέλλον.
Συνεπώς, το να γράφουμε ή να διαβάζουμε ποίηση ενθαρρύνει ένα είδος σύνδεσης με τον υπόλοιπο κόσμο και βοηθά στη δημιουργία μιας αίσθησης κοινότητας μεταξύ του εαυτού μας και των άλλων ανθρώπων γύρω μας. Με άλλα λόγια, η ποίηση μπορεί να μας βοηθήσει να ξεφύγουμε από τον μικρό απομονωμένο κόσμο μας και να νιώσουμε ότι είμαστε μέρος μιας μεγαλύτερης εικόνας. Όπως σοφά το έθεσε και ο Γιάννης Ρίτσος, «Από την πληγή μου κοίταξα του κόσμου την πληγή». Διαβάζοντας ποίηση συνειδητοποιούμε ότι κι άλλοι άνθρωποι είχαν παρόμοια βιώματα με τα δικά μας.
Οι ποιητές όπως και οι ψυχοθεραπευτές αναγνωρίζουν ότι η ποίηση μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο για ανάπτυξη, ίαση και μεταμόρφωση καθώς είναι οι ίδιοι περισσότερο σε επαφή με τα βαθύτερα αισθήματα. Οι στίχοι και το μήνυμα ενός καλού ποιήματος μπορεί να μας αλλάξουν για πάντα ειδικά όταν ο ποιητής εκφράζει αισθήματα ή συναισθήματα που κι εμείς οι ίδιοι βιώνουμε. Οι ποιητές με τα ποιήματά τους μας βοηθούν να δούμε τον κόσμο μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα και μας προσφέρουν ένα ασφαλή τόπο όχι μόνο για να απελευθερώσουμε την φαντασία μας αλλά και για να διερευνήσουμε την ανθρώπινή μας υπόσταση και να λάβουμε πολύτιμες πληροφορίες για τον εσωτερικό κόσμο και την συμπεριφορά μας.
Τέλος, η συγγραφή ποίησης μπορεί επίσης να είναι μια εξαιρετική διέξοδος για όσους επιθυμούν να ακουστούν. Όταν γράφουμε ποίηση μπορεί να έρθουμε αντιμέτωποι με ένα σωρό εκπλήξεις ανακαλύπτοντας νέες πτυχές του εαυτού μας και τα μυστικά της ψυχής μας.
Και η ψυχή
ει μέλλει γνώσεσθαι αυτήν
εις ψυχήν
αυτή βλεπτέον:
τον ξένο και τον εχθρό τον είδαμε στον καθρέφτη.
(Γιώργος Σεφέρης, «Αργοναύτες»)
*Το άρθρο εκδόθηκε στο Λογοτεχνικό Περιοδικό «Θέματα», Τεύχος 37, Εκδόσεις Αριστοτέλους.